ανεξιθρησκεία

ανεξιθρησκεία
Από ιστορική και πολιτική άποψη, α. είναι η στάση που υιοθετούν μια πολιτική κοινωνία και η κυβέρνησή της όταν σέβονται τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ατόμων που συμμετέχουν στην κοινωνία και βρίσκονται υπό την εξουσία της κυβέρνησης, ακόμα και στην περίπτωση που οι πεποιθήσεις αυτές είναι διαφορετικές από αυτές που επικρατούν στη κοινωνία αυτή ή έχουν υιοθετηθεί από την κυβέρνηση· και όταν επιτρέπουν επίσης την πρακτική εξωτερίκευση με έργα των πεποιθήσεων αυτών. Αυτό συνέβη κυρίως την εποχή των μεταρρυθμίσεων και των θρησκευτικών πολέμων που προέκυψαν από αυτές. Έπειτα από τα συγγράμματα των πρώτων υποστηρικτών της α. του 16ου αι. όπως του Σεβαστιανού Καστελιόν, το ευνοϊκό προς τη θρησκευτική ελευθερία ρεύμα διογκωνόταν διαρκώς περισσότερο με τα θρησκευτικά κινήματα του αναβαπτισμού και του σοτσιανισμού και με συγγράμματα των Γκρότιους, Σπινόζα, Λοκ, Μπέιλ, ώσπου να φτάσει στο Δοκίμιο περί ανεξιθρησκείας του Βολτέρου και στην αμερικανική και γαλλική Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Από τον 19ο αι., η αρχή της α. άρχισε να εισάγεται σε μεγαλύτερη ή μικρότερη κλίμακα σχεδόν σε όλες τις δυτικές δημοκρατικές χώρες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ορμίσδας — I Όνομα πέντε ηγεμόνων της Περσίας από τη δυναστεία των Σασανιδών. 1. Ο. Α’ (271 272). Διακρίθηκε για την ανεξιθρησκεία του. 2. Ο. Β’ (303 309). Γιος του βασιλιά Ναρσή, τον διαδέχτηκε μετά την παραίτησή του. Ήταν φιλειρηνικός μονάρχης αλλά οι… …   Dictionary of Greek

  • Περού — Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον Iσημερινό (Eκουαδόρ), και την Kολομβία, στα Α με τη Bραζιλία, και τη Bολιβία και στα Ν με τη Xιλή. Στα Δ, το Περού βρέχεται από τον Eιρηνικό Ωκεανό.To όνομα Περού, που προέρχεται από την… …   Dictionary of Greek

  • Σαιντ - Εβρεμόν, Σορλ ντε Μαργκετέλ ντε Σαιν - Ντενί ντε- — (Saint Evremond). Γάλλος συγγραφέας (Σαιν Ντενί ντε Γκυάστ 1613 ή 1616 Λονδίνο 1703). Ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία και κατέλαβε σημαντικά αξιώματα· έπεσε όμως σε δυσμένεια και διέφυγε τη σύλληψη με την εξορία: πέρασε σχεδόν όλη του τη… …   Dictionary of Greek

  • Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… …   Dictionary of Greek

  • Τριακονταετής πόλεμος — Ευρωπαϊκή σύρραξη, που έγινε κατά το μεγαλύτερο μέρος της, σε γερμανικό έδαφος, μεταξύ των ετών 1618 και 1648. Προήλθε από τις θρησκευτικές διαμάχες, αλλά σύντομα εξελίχθηκε σε γενική πολεμική κινητοποίηση εναντίον των Αψβούργων, οι οποίοι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”